Έχει και δροσούλα. Μπουφάν όμως δεν θέλω να βάλω.
Είναι τελευταίο μου απόγευμα εδώ κι έχω πολλά πράγματα που ήθελα και δεν έχω κάνει ακόμη. Σίγουρος πια πως δεν υπάρχει χρόνος να συμπληρώσω την check list μου, αποφάσισα αντί να προσπαθήσω να κάνω τα πιο σημαντικά, να το πάρω χαλαρά και να ξανάρθω στο νησί. Η Σίφνος δεν είναι για πέντε μέρες. Μία μικρή γεύση μόνο προλαβαίνεις, σου ανοίγει η όρεξη και ξανάρχεσαι.
Μιλώντας για όρεξη, κυριολεκτικά όμως, εμένα μου έχει ανοίξει! Θα αντισταθώ όμως, όσο μπορώ. Θα πάω πρώτα μία βόλτα που έχω υποσχεθεί στον εαυτό μου, ως τους μύλους του Αρτεμώνα. Πρέπει να έχει τέλεια θέα από εκεί και θέλω να βγάλω φωτογραφίες! Παρκάρω και ξεκινάω.
Σε άλλο πάρκινγκ σκόπευα, σε άλλο στάθμευσα! Σε 100 μέτρα είναι το «μεγάλο», της πλατείας του Αρτεμώνα, αλλά δεν πειράζει, ούτως ή άλλως για περπάτημα βγήκα. Προσπερνάω και συνεχίζω. Το κεντρικό πλακόστρωτο στενό πανέμορφο. Παλιά αρχοντικά σπίτια με μεγάλους κήπους, αρμονικά δεμένα με μικρά κάτασπρα κυκλαδίτικα σπιτάκια. Αυλές πλακόστρωτες, με λεπτούς ολόλευκους αρμούς και φουντωμένες βουκαμβίλιες. Βαμμένες γλάστρες με περιποιημένα λουλούδια. Σκουπίδι δεν υπάρχει πουθενά. Ούτε γόπα! Γι αυτό τον λένε «αρχοντικό» τον Αρτεμώνα. Για τη αρχοντιά των κατοίκων και όχι για τα μεγάλα σπίτια!
Δεν θα σας περιγράψω την βόλτα όμως, για να την κάνετε μόνοι σας και να εξερευνήσετε τα σοκάκια δεξιά-αριστερά. Αξίζει!
Θα σας πω όμως για την άλλη εμπειρία που από σπόντα είχα!
Επιστρέφοντας στο πάρκινγκ, το μικρό, που από λάθος μπήκα, ακούω λύρα κρητική. Λύρα στη Σίφνο; Γάμος θα είναι! σκέφτηκα. Κάθισα για ένα τσιγάρο, να την απολαύσω πριν μπω στο αμάξι. Ίσως δω και τη νύφη. Νύφη δεν είχε, ούτε γαμπρό. Σε ένα ταβερνάκι, λίγο πιο κάτω ήταν δυο παλικάρια που έκαναν πρόβα. «Γιάντα;» το όνομα του μαγαζιού. Γιάντα όχι; Σκέφτηκα και πήγα για ένα τσιπουράκι.
Όπως καλά ξέρετε, το ένα ποτέ δεν είναι ένα! Ήταν και νωρίς, το μαγαζί άδειο, ήρθε και ο Γιάννης με το τσίπουρο (ο ταβερνιάρης) κι έκατσε να τα πούμε. Ετοίμαζε και μεζεδάκια ο Κώστας και το πιοτό κατέβαινε σαν νερό! –Δεν παίρνω και τα παιδιά τηλέφωνο; σκέφτηκα. Σε είκοσι λεπτά, ο Μαρίνος και η Ελένη, δύο φίλοι που γνώρισα εχθές, ήταν στο μαγαζί. Και να τα ψητά και να οι τηγανιές και να τα σπιτικά μεζεδάκια! 8 καραφάκια καταφέραμε μέχρι να αρχίσει η ζωντανή μουσική. Ευτυχώς δεν έπαιξαν πολλά κρητικά, δεν ήμουν προετοιμασμένος για κάτι τέτοιο. Όμορφα τραγούδια, ωραίες εκτελέσεις με λύρα και κιθάρα, πολύ κέφι! Κρίμα που φεύγω αύριο. Κρίμα που ανακάλυψα το Γιάντα τελευταίο βράδυ. Άλλος ένας λόγος να ξανάρθω στη Σίφνο προστέθηκε στη λίστα μου…